Tου Πρεσβυτέρου Νικολάου Δαλαγιώργου ![]() Για να θυμηθούμε λίγο την ιστορία που μας διδάσκει πάρα πολύ σοφά ότι όταν «ο Θεός μεθ’ ημών ουδείς καθ’ ημών»: «…Ως Χριστιανός ορθόδοξος και υιός της ημετέρας Καθολικής και
Αποστολικής Εκκλησίας, ορκίζομαι …να διαμείνω πιστός εις την Θρησκείαν
μου και εις την Πατρίδα μου. Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέρα
ρανίδα του αίματός μου υπέρ της Θρησκείας και της Πατρίδος μου. Να χύσω
το αίμα μου, ίνα νικήσω τους εχθρούς της Θρησκείας μου η να αποθάνω ως
Μάρτυς διά τον Ιησούν Χριστόν…». «Είναι θέλημα Θεού. Είναι κοντά μας και βοηθάει, γιατί πολεμάμε για
την πίστι μας, για την πατρίδα μας, για τους γέρους γονιούς, για τα
αδύνατα παιδιά μας, για την ζωή μας, την λευτεριά μας… Και όταν ο
δίκαιος Θεός μας βοηθάει ποιος εχθρός ημπορεί να μας κάνει καλά…;». «Νέοι, πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι,
όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ ΠΙΣΤΕΩΣ και έπειτα υπέρ
ΠΑΤΡΙΔΟΣ…» «Έκατσα που εσκαπέτισαν με τα μπαιράκια τους απεκατέβηκα κάτω. Ήταν
μια εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό
μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς… Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα
δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της
καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη
φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν. Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα
της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα στο άλογό μου και έφυγα. Σε λίγο
μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης
Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του. «ΙΔΟΥ ο Θεός μεθ’ ημών, ος επάταξεν έθνη πολλά και απέκτεινε βασιλείς
κραταιούς. Ο Παντοκράτωρ Θεός δεν μας αφήνει εις την διάκρισιν του
εχθρού. Αλλά είναι σύμμαχός μας, καθώς πολλάκις το είδομεν και άμποτε
εις το εξής διά της δυνάμεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού και διά της
ενεργείας και γενναιότητος σας να αφανισθή ο εχθρός εξ ολοκλήρου…». «…Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ’ αυτά τα
δύο σας εξορκίζω η να νικήσουμε η να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του
Χριστού» «Χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη ειςτήν θρησκεία τους
έθνη δεν υπάρχουν». «…Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί
κι’ αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και
οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι, όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς,
έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμε κι’
όλοι μαζί και να μη λέγη ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε
πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση, η
χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκειάνουν, τότε να
λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι’ όχι εις το «εγώ». Και εις το
εξής να μάθωμεν γνώση, αν θέλωμεν να φκειάσωμεν χωριόν, να ζήσωμεν όλοι
μαζί….». «Μία δύναμις με άρπαξε από την λιτανεία πριν φύγουμε από τα Ψαρά για
την Χίο. Μία δύναμις θεική με γιγάντωσε… Αυτή η θεία δύναμίς μου έδωσε
θάρρος διά να φθάσω με το πυρπολικό μου στην Τουρκική Ναυαρχίδα… Οι
Τούρκοι ήταν τόσοι ώστε εάν επτυον επάνω μας θα μας έπνιγαν αναμφιβόλως…
Εις το όνομά του Κυρίου φώναξα εκείνη τη στιγμή. Έκανα τον Σταυρό μου
και πήδηξα στη βάρκα. Οι φλόγες του πυρπολικού μεταδόθηκαν στην
Ναυαρχίδα που τινάχθηκε στον αέρα και παρέσυρε στον θάνατο χιλιάδες
Τούρκους…». «Κι’ όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Ναρθή ένας να
μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλη και τα δυό
μου μάτια. Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου είναι καλά, με
θρέφει, αν η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια νάχω, στραβός θανά είμαι.
Ότι σ΄αυτείνη θα ζήσω, δεν έχω σκοπό να πάγω αλλού». |
Επικαιρότητα >